Συνεχίζει την επικίνδυνα χαμηλή του πτήση ο πληθωρισμός στην ευρωζώνη, αναδεικνύοντας με τα πιο μελανά σημεία την αντιαναπτυξιακή πορεία της Ευρώπης που βρίσκεται μέσα στην ευρωφυλακή. Την ώρα που όλοι οι διεθνείςς αναλυτές κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για τις πολλαπλά αρνητικές συνέπειες του αποπληθωρισμού, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα,
υπό την παρανοϊκή καθοδήγηση των Μέρκελ-Σόϊμπλε, συνεχίζει την ακραία περιοριστική νομισματική πολιτική με περικοπή της ρευστότητας και διατήρησης του υπερτιμημένου ευρώ, οδηγώντας με μαθηματική συνέπεια σε πορεία υπανάπτυξης.
υπό την παρανοϊκή καθοδήγηση των Μέρκελ-Σόϊμπλε, συνεχίζει την ακραία περιοριστική νομισματική πολιτική με περικοπή της ρευστότητας και διατήρησης του υπερτιμημένου ευρώ, οδηγώντας με μαθηματική συνέπεια σε πορεία υπανάπτυξης.
Το Μάιο στο 0,5% υποχώρησε ο πληθωρισμός στην ευρωζώνη από 0,7% τον Απρίλιο, σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις της Eurostat. αυτό έχει ως αποτέλεσμα να εντείνονται οι ανησυχίες αποπληθωριστικής πίεσης στην οικονομία που δυσκολεύεται να ξεφύγει από τις δαγκάνες της ύφεσης. Με την ανεργία στα ύψη και την ΕΚΤ διχασμένη να προσπαθεί να προβάλει ξανά τα «μπαζούκα» ρευστότητας, τα οποία όμως έως τώρα δυσκολεύονται να φέρουν αποτέλεσμα διεξόδου.
Υπενθυμίζεται ότι ο στόχος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) είναι η επίβλεψη της σταθερότητας των τιμών και η διατήρηση του πληθωρισμού σε επίπεδα λίγο πάνω του 2%.Ωστόσο, τους τελευταίους μήνες ο πληθωρισμός στην ευρωζώνη διαμορφώνεται σε πολύ χαμηλά επίπεδα, γεγονός που αυξάνει τις ανησυχίες ορισμένων οικονομικών αναλυτών για είσοδο της ευρωζώνης σε περίοδο αποπληθωρισμού (φαύλος κύκλος μείωσης των τιμών σε αγαθά και υπηρεσίες και μείωσης των μισθών).
Για πρώτη φορά ακόμα και στην Γερμανία τον Μάιο ο πληθωρισμός διολίσθησε κάτω από το 1% συμπαρασύροντας και την υπόλοιπη Ευρώπη χαμηλότερα.
Με τον πληθωρισμό να βρίσκεται στη «ζώνη κινδύνου» που αγγίζει τον αποπληθωρισμό, την προσφορά χρήματος αναιμική, τα δάνεια προς τον ιδιωτικό τομέα σε σταθερή πτώση και την ανεργία στα ύψη με το ρυθμό των πραγματικών επενδύσεων σε ένδειξη απροθυμίας, είναι απολύτως λογικό οι αγορές να αναμένουν την παρέμβαση της ΕΚΤ για να τονώσει την οικονομία.
Αυτό που έχει ήδη προεξοφληθεί από τις αγορές με την κάμψη της συναλλαγματικής ισοτιμίας του ευρώ/δολαρίου (από 1,40 σε 1,36) είναι η μείωση του επιτοκίου αναχρηματοδότησης της ΕΚΤ κατά 10-15 μονάδες βάσης, δηλαδή από 0,25%, που είναι σήμερα, σε 0,10-0,15%. Συγχρόνως, θεωρείται βέβαιο πως θα μειωθεί και το επιτόκιο καταθέσεων της ΕΚΤ κάτω από το μηδενικό επίπεδο που βρίσκεται σήμερα, σημειώνει σχόλιο στην "Ε" του Κ. Καλλωνιάτη.
Θα είναι η πρώτη φορά που μία Κεντρική Τράπεζα καθιστά αρνητικό το επιτόκιο καταθέσεων σε μία προσπάθεια να καταστήσει ασύμφορη την ημερήσια διακράτηση ρευστών διαθεσίμων από τις εμπορικές τράπεζες και να τις υποχρεώσει έτσι να προχωρήσουν σε δανεισμό του ιδιωτικού τομέα.
Τέλος, είναι γνωστό πως η ΕΚΤ εξετάζει πρόσθετα μη συμβατικά μέτρα τόνωσης της ρευστότητας είτε μέσω μακροχρόνιων πράξεων αναχρηματοδότησης (LTROs) των ιδιωτικών τραπεζών είτε μέσω αγοράς πακέτων τιτλοποιημένων δανείων (ABS) προς τις Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις (ΜμΕ), ενώ η περίπτωση της προσφυγής σε απευθείας μέτρα ποσοτικής χαλάρωσης (Quantitative Easing) έχει αφεθεί στο μέλλον για πιο δύσκολες καταστάσεις στην οικονομία.
Για τις συνέπειες μιας τέτοιας πολιτικής προειδοποιούν ήδη τα «γεράκια» της νομισματικής ορθοδοξίας. Πρώτος ο πρώην επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΚΤ, Γιούργκεν Σταρκ που σε άρθρο του στην εφημερίδα Frankfurter Allgemeine Zeitung υποστηρίζει ότι «η μείωση του βασικού επιτοκίου της ΕΚΤ θα έχει αισθητικό μόνο χαρακτήρα», ενώ χαρακτηρίζει «ιδιαίτερα αμφίβολη» την επίδραση που έχει ενδεχόμενο αρνητικό επιτόκιο των τραπεζικών καταθέσεων στην ΕΚΤ, αναφέρει η Deutsche Welle.
Όπως υπογραμμίζει η Frankfurter Allgemeine Zeitung, ο βαθμός χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής που θα επιδιώξει η ΕΚΤ, «εξαρτάται από τις επικαιροποιημένες προγνώσεις αναφορικά με τον πληθωρισμό και την ανάπτυξη».
Πριν από δυόμισι χρόνια ο Μάριο Ντράγκι διέθεσε στις τράπεζες μακροπρόθεσμα δάνεια (LTRO), διαρκείας τριών ετών, ύψους ενός τρισ. ευρώ. Ένα μεγάλο μέρος τους έχει στο μεταξύ επιστραφεί. Με την εκπνοή του εν λόγω προγράμματος, σε 5-7 μήνες, η ΕΚΤ κάνει σκέψεις στην κατεύθυνση ενός «υποκατάστατου» γράφει η FAZ, προσθέτοντας ότι ο Μάριο Ντράγκι είναι οργισμένος από το γεγονός ότι πολλές τράπεζες διοχέτευσαν τη ρευστότητα που τους διετέθη, στην αγορά κρατικών ομολόγων και όχι στην χρηματοδότηση επιχειρήσεων.
Έτσι αυτή τη φορά οι μακροπρόθεσμες πιστώσεις θα έχουν στοχευμένο χαρακτήρα και θα διασφαλίζονται στις τράπεζες μόνο υπό τον όρο να τις διοχετεύουν στην πραγματική οικονομία και κυρίως για τη χρηματοδότηση μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
Θα πρόκειται για ένα είδος προγράμματος «Funding for Lending», όπως αυτό που εφήρμοσε η Βρετανία, επισημαίνει η FAZ. Οι τράπεζες θα είναι υποχρεωμένες να αποδείξουν ότι διέθεσαν το «φρέσκο χρήμα» της ΕΚΤ στην πραγματική οικονομία.
Κύκλοι της ΕΚΤ παραδέχονται ότι «η επαλήθευση των όρων συνιστά δύσκολο εγχείρημα από τεχνικής απόψεως». Σε κάθε περίπτωση, η διάρκεια του προγράμματος θα κυμαίνεται στα 3-4 χρόνια με σταθερό επιτόκιο.
Όπως αναφέρουν κύκλοι της «ευρωτράπεζας» το υπό συζήτηση «Funding for Lending» θα απευθύνεται στοχευμένα στις τράπεζες της Νότιας Ευρώπης και θα ανέρχεται σε διψήφιο αριθμό δισεκατομμυρίων.
Το σχέδιο αυτό δεν έχει μόνο φίλους εντός της ΕΚΤ. Πολλοί, μεταξύ των οποίων και στελέχη της Bundesbank, εκτιμούν ότι η στοχευμένη αυτή ενίσχυση της ρευστότητας συνιστά ανάμιξη στις συναλλαγές των τραπεζών και στην ουσία τις ωθεί να διαθέτουν ριψοκίνδυνα δάνεια. Πάντως, σύμφωνα με γερμανικά ΜΜΕ, ακόμη και ο πρόεδρος της γερμανικής Bundesbank Γενς Βάιντμαν φέρεται διατεθειμένος να στηρίξει ένα τέτοιο ειδικό πρόγραμμα ενίσχυσης της ρευστότητας, στο Νότο.
με πληροφορίες ΑΠΕ, Frankfurter Allgemeine Zeitung, Deutsche Welle
Πηγή: http://goo.gl/9VVYsF
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου