Δήμητρα Ρετσινά Φωτεινίδου
Δημήτρης Μπάτσης, ένας τίμιος πολίτης, ένας επιστήμονας οικονομολόγος και τεχνολόγος, ένας ηθικός πατριώτης, ένας …εχθρός του λαού! Τα λόγια του Νορβηγού Ερρίκου Ίψεν ηχούν αληθινά. Εχθρός του λαού ήταν και ο ήρωας του ομώνυμου θεατρικού έργου του Ίψεν, ο γιατρός Στόκμαν, γιατί θέλησε να ανοίξει τα μάτια των συμπολιτών του υποστηρίζοντας την αλήθεια με επιστημονικά επιχειρήματα και παροτρύνοντας τον λαό να κάνει πράξεις προς το δικό του υγιές όφελος. Ο Δημήτρης Μπάτσης γεννήθηκε το 1916 στην Αθήνα, δικάστηκε από το Στρατοδικείο που δίκασε τον Νίκο Μπελογιάννη, καταδικάστηκε σε θάνατο και εκτελέστηκε δια τυφεκισμού στις 30 Μαρτίου 1952. Μαζί του εκτελέστηκαν στις 4 τα ξημερώματα της Κυριακής, επίσης καταδικασμένοι σε θάνατο με την κατηγορία της συνωμοσίας και της κατασκοπείας, ο Νίκος Μπελογιάννης, ο Ηλίας Αργυριάδης και ο Νίκος Καλούμενος. Στην πραγματικότητα στο πρόσωπο του Μπάτση χτύπησαν τους «συνοδοιπόρους»,
όσους αγωνίζονταν από αγνό ιδεαλισμό, όπως χαρακτηριστικά λέει ο Τάκης Λαζαρίδης στο βιβλίο του «Ευτυχώς ηττηθήκαμε συντροφοι…»
Ο Δ. Μπάτσης ήταν γόνος πλούσιας μεγαλοαστικής οικογενείας, γιος του βασιλόφρονα ναυάρχου Α. Μπάτση από τα Ψαρά και της Αν. Πρίντεζη από τη Σύρο. Φοίτησε στο Βαρβάκειο ή Πειραματικό Σχολείο, σπούδασε νομικά – κοινωνιολογία και οικονομικά και μιλούσε άριστα αγγλικά και γαλλικά. Ήταν νυμφευμένος δύο φορές και από τον πρώτο του γάμο με την Λίνα Αιλιανού είχε αποκτήσει μια κόρη, την Ελένη Μπάτση – Λυκιαρδοπούλου. Σε δεύτερο γάμο νυμφεύθηκε την Λίλιαν Καλαμάρο – Black.
Ήταν ιδρυτικό μέλος της Επιστημονικής Εταιρείας Μελέτης Νεοελληνικών Προβλημάτων «Επιστήμη – Ανοικοδόμηση», γνωστής με τα αρχικά ΕΠ – ΑΝ. (ίδρυση 1945) μαζί με τον πρύτανη του Εθνικού Μετσόβειου Πολυτεχνείου Νικόλαο Κιτσίκη. Ο γιός Δημήτρης Κιτσίκης προλόγισε το επιστημονικό πόνημα του Μπάτση: «Η Βαρειά Βιομηχανία στην Ελλάδα».
Ο Δ. Μπάτσης αρθρογραφούσε τακτικά και ήταν διευθυντής του επιστημονικού περιοδικού «Ανταίος» (κυκλοφορούσε από τον Μαϊο 1945 ως τον Ιούνιο 1951), στο οποίο έγραψε για την αποικιακή εκχώρηση της Πτολεμαϊδας. Στο περιοδικό είχε δημοσιεύσει κείμενα που αποτέλεσαν το υλικό για το βιβλίο του και στοιχεία για την σύμβαση Hugh Cooper.
Στον πρόλογο της πρώτης έκδοσης (1947) του βιβλίου του ο Μπάτσης σημείωνε: «Ο ελληνικός λαός που αγωνίστηκε ηρωικά και έδιωξε τον ξένο κατακτητή θα ανοίξει και πάλι με τον αγώνα του διάπλατα το δρόμο για τη δημοκρατική ανοδική πορεία του και θα αρχίσει με την ίδια ορμή να χτίζει την ερειπωμένη από τον εμφύλιο πόλεμο πατρίδα μας… Θα ανοιξει ο δρόμος για να λυτρωθούν οι παραγωγικές δυνάμεις της νεοελληνικής κοινωνίας. Ορθολογιστική οργάνωση και σχεδιασμένη ανάπτυξη της Εθνικής μας οικονομίας… Δημιουργία ανώτερης τεχνικής βάσης και συσσώρευση οικονομικών μέσων για προοδευτική κοινωνική ζωή».
Στο βιβλίο «Βαρειά Βιομηχανία…» ο συγγραφέας αναλύει με επιστημονικό τρόπο τους τρόπους αξιοποίησης του ορυκτού πλούτου της χώρας μας και καταδικάζει την υπογραφή της Σύμβασης Cooper για την παραγωγή αλουμίνιου που οδήγησε στην οικονομική υποδούλωση του ελληνικού δημοσίου στον αμερικανικό όμιλο κεφαλαιούχων. Η σύμβαση κυρώθηκε το 1940 και διήρκεσε ως το 2010! Πρωταγωνιστής στο κλείσιμο της δουλειάς αναδείχθηκε η Εθνική Τράπεζα Ελλάδος και ο μηχανικός της Χ. Δαυίδ.
Πρόκειται για παραχώρηση της εκμετάλλευσης των υδραυλικών δυνάμεων του Αχελώου με πλήρη απαλλοτρίωση των δικαιωμάτων του δημοσίου για όφελος της ξένης εταιρείας. Επί 70 χρόνια η εταιρεία είχε την αναφαίρετη ιδιοκτησία! «Οι βιομηχανικές εγκαταστάσεις της αναδόχου δεν θα περιέλθουν στην κυριότητα του δημοσίου. Δεν επιτρέπεται να απαλλοτριωθούν αναγκαστικά από το κράτος λόγω δημόσιας ανάγκης ή ωφέλειας έως το 2010. Το ελληνικό κράτος ούτε μετά το 2010 έχει το δικαίωμα «υποκατάστασης αυτοδικαίας». Πρέπει και πάλι να την αποζημιώσει!
»Επίσης η ανάδοχος εταιρεία μπορεί να εκμεταλλεύεται τα λατομεία και τα μεταλλεία βωξίτη της Στερεάς Ελλάδος χωρίς να περιορίζεται από τις διατάξεις των νόμων που αφορούν τους αλλοδαπούς. Το ελληνικό δημόσιο είναι υποχρεωμένο να …εισάγει από την εταιρεία που παράγει στην Ελλάδα τα προϊόντα της σε τιμές διεθνείς. Πουλάνε στη χώρα μας σε τιμή που περιέχει τα μεταφορικά έξοδα, ασφάλεια κλπ., δηλαδή σαν να τα κατασκεύαζε στο εξωτερικό και τα έστελνε τσιφ σε ελληνικό λιμάνι...!»
Στις 27 Οκτωβρίου 1951 ο Νικ. Πλαστήρας σχημάτιζε την νέα του κυβέρνηση, την τρίτη κατά σειρά από το 1945. Ουσιαστικά τίθεται επικεφαλής μιας Συμμαχικής κυβέρνησης και παρέμεινε στην εξουσία για ένα περίπου χρόνο. Το Παλάτι επέβαλε τον ναύαρχο Αλέξ. Σακελλαρίου ως υπουργό Εθνικής Άμυνας επιμένοντας να διατηρεί τις Ένοπλες Δυνάμεις υπό τον έλεγχό του. Η Ελλάδα εντάχθηκε στο ΝΑΤΟ μαζί με την Τουρκία και παρόλο που τυπικά ήταν μια κυβέρνηση της κεντροαριστεράς, ουσιαστικά το πάνω χέρι το είχαν οι παραστρατιωτικές οργανώσεις και οι μυστικές υπηρεσίες (Ι.Δ.Ε.Α., ΚΥΠ, CIA).
Ο αμερικανός πρέσβης στην Αθήνα (1950 – 1953), J. Peurifoy, «συμπεριφερόταν ως κυβερνήτης αποικίας. Με το κνούτο. Αλλά για την ελληνική πολιτική ηγεσία ήταν ο προστάτης και ο οδηγός, ο πολυσέβαστος αυθέντης. Ανέβαζε και κατέβαζε κυβερνήσεις κατά το δοκούν. Και όταν αντιμετώπιζε δυσκολίες άλλαζε το εκλογικό σύστημα» γράφει ο Κυρ. Σιμόπουλος στο βιβλίο του «Ξενοκρατία, Μισελληνισμός, Υποτέλεια».
Προς την κατεύθυνση του κατευνασμού των παθών λόγω του Εμφυλίου ψηφίστηκε από την κυβέρνηση Πλαστήρα τον Απρίλιο 1952, δηλαδή μετά(!) την εκτέλεση του Μπάτση και των συντρόφων του, ο νόμος 2058/1952 «περί μέτρων ειρηνεύσεως», με τον οποίο μετατράπηκαν σε ισόβια όλες οι θανατικές καταδίκες που είχαν ως τότε επιβληθεί και απολύθηκαν από τις φυλακές πολλοί πολιτικοί κρατούμενοι.
Στις 22 Οκτωβρίου 1951 στελέχη του Ι.Δ.Ε.Α. με Εκτακτο Στρατοδικείο ξεκίνησαν τη δίκη Μπελογιάννη και άλλων 92 κατηγορουμένων για παράβαση του ά.ν. 509/ 1947 και προσπάθεια ανασυγκρότησης του Κ.Κ.Ε. (βρέθηκαν ασύρματοι επικοινωνίας) που ήδη από το 1947 είχε τεθεί εκτός νόμου. Η αγωνία του Ι.Δ.Ε.Α. ήταν να προλάβει να τους δικάσει πριν ο Πλαστήρας καταργήσει με νομοθετική ρύθμιση τα Έκτακτα Στρατοδικεια που ανήκαν στη Στρατιωτική Δικαιοσύνη και παραπέμψει τα αδικήματα του α.ν. 509 στα Πενταμελή Εφετεία.
Στις 15 Φεβρουαρίου άρχισε η δεύτερη δίκη Μπελογιάννη με βάση τον ν. 375/1936 περί κατασκοπείας, η οποία ολοκληρώθηκε τον Μάρτιο με οχτώ θανατικές καταδίκες. Παρά την διεθνή κινητοποίηση από διανοούμενους και καλλιτέχνες (όπως ο Πικάσο) υπέρ των κατηγορουμένων και παρά τις αιτήσεις προς τον Πλαστήρα και προς τον βασιλιά Παύλο για απόδοση χάριτος ο Ν. Μπελογιάννης, ο Δ. Μπάτσης και οι δύο ιδιοκτήτες των σπιτιών όπου εντοπίστηκαν οι ασύρματοι (Ν. Καλούμενος και Η. Αργυριάδης) οδηγήθηκαν στο εκτελεστικό απόσπασμα. Πρέπει να σημειώσουμε πως εκείνη την εποχή ο Πλαστήρας ήταν σοβαρά άρρωστος - υπέστη κρίση ημιπληγίας- και τον αναπλήρωνε στα καθήκοντά του ο Σ. Βενιζέλος.
Ο ερευνητής Σπ. Λιναρδάτος φέρνει την κυβέρνηση Πλαστήρα προ των ευθυνών της. Όταν ο Υπουργός Δικαιοσύνης Παπασπύρου επισκέφθηκε τον βασιλέα Παύλο για να τον πείσει να απονείμει χάρη στους καταδικασθέντες ο Παύλος τον ρώτησε αν η κυβέρνηση συνδέει την εισήγησή της με πολιτικό θέμα και εκείνος απάντησε: φυσικά όχι(!) «Αν η κυβέρνηση συνέδεε την εισήγησή του με πολιτικό θέμα μπορεί ο βασιλιάς να μην αποφάσιζε να δεχθεί την καταδικαστική πρόταση του Συμβουλίου Χαρίτων.
Γιατί εκείνη τη στιγμή δεν είχε λόγο να συμβάλει σε μια κυβερνητική κρίση… Σε κάθε περίπτωση το πολιτικό συμφέρον του Κέντρου ήταν να μην αναλάβει αυτό την ευθύνη και στην ανάγκη να πέσει η κυβέρνηση. Έτσι θα έκανε πιο καθαρές τις διαφορές του με τη Δεξιά ως μια συμφιλιωτική δύναμη που δεν θέλει χυθεί άλλο αίμα». Φαίνεται από τα χρόνια εκείνα υπήρχαν οι περιβόητες …κόκκινες γραμμές!
Πηγή : Voice News
Πηγή : Voice News
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου