Γ. Παυλόπουλος
Τις τελευταίες ημέρες υπάρχει εκ νέου έξαρση στην αρθρογραφία για την οικονομία της Βενεζουέλαςαπό τους υποστηρικτές του «Ευρώ με κάθε κόστος» και τους νεοφιλελεύθερουςοικονομολογούντες. Κοινή συνισταμένη αυτής της αρθρογραφίας είναι η επίθεση απέναντι στην Αριστερά, και ιδιαίτερα σε όσους υπερασπίζονται την ρήξη με τους δανειστές και την έξοδο από τοευρώ. Το επιχείρημα είναι ότι: «η έξοδος από το ευρώ θα μας κάνει Βενεζουέλα». Αντίθετα με το συνονθύλευμα καθοδηγούμενης οικονομικής ανάλυσης που υποστηρίζει τα παραπάνω, η
οικονομική θεωρία μπορεί να οδηγήσει σε μια τελείως αντίθετη ανάγνωση. Προκειμένου δε να αποφευχθούν κατηγορίες ιδεολογικής προκατάληψης αλλά και για να αναδειχθούν οι αντιφάσεις της νεοφιλελεύθερης προπαγάνδας, θα ακολουθηθεί το νεοκλασικόοικονομικό μοντέλο και όχι η μαρξιστική προσέγγιση που κατά την γνώμη μου είναι πιο ολοκληρωμένη ως προς τα αίτια της κρίσης στην οικονομία της Βενεζουέλας και της Ελλάδας.
Το 1957 το συντηρητικό περιοδικό Economist, καθιέρωσε τον όρο που στα οικονομικά αποκαλείται «Ολλανδική Ασθένεια», θέλοντας να εξηγήσει την πτώση στην ολλανδική οικονομία που προήλθε από την ανακάλυψη και εκμετάλλευση σημαντικών κοιτασμάτων πετρελαίου ανοικτά των ακτών της. Σύμφωνα με την προσέγγιση αυτή η αξιοποίηση των υδρογονανθράκων από την Ολλανδία είχε σαν αποτέλεσμα την εισαγωγή ξένου συναλλάγματος, που αύξησε τη νομισματική ισοτιμία η οποία με την σειρά της κατέστησε λιγότερο ανταγωνιστική την βιομηχανία και άλλους τομείς της Ολλανδικής οικονομίας, με τελικό αποτέλεσμα την εκδήλωση κρίσης με υποχώρηση του ΑΕΠ και αύξηση τηςανεργίας.
Αργότερα οι οικονομολόγοι Corden και Neary παρουσίασαν με ένα οικονομικό υπόδειγμα αυτή την διαδικασία. Σύμφωνα με το υπόδειγμα μια οικονομία έχει έναν τομέα μη διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών (π.χ. Υπηρεσίες) και 2 τομείς διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών. Τον επεκτεινόμενο τομέα πρώτων υλών και φυσικών πόρων (π.χ. πετρέλαιο, ορυκτά) και τον στάσιμο τομέα της βιομηχανίας και γεωργικών προϊόντων. Τότε η άνοδος του τομέα φυσικών πόρων, λόγω πχ ανόδου της τιμής του πετρελαίου και νέων κοιτασμάτων, έχει τις εξής 2 συνέπειες.
Πρώτο την μεταφορά πόρων και εργατών από τον τομέα της βιομηχανίας στον τομέα της εξόρυξης πετρελαίου, δηλαδή άμεση αποβιομηχάνιση. Επιπλέον επειδή ο τομέας της εξόρυξης είναι εντάσεως κεφαλαίου, η άνοδος του δεν συμβαδίζει με αύξηση της συνολικής απασχόλησης. Δεύτερη αρνητική συνέπεια προκαλείται επειδή τα έσοδα από την αύξηση των εξαγωγών πετρελαίου δημιουργούν επιπλέον ζήτηση με αποτέλεσμα αύξηση στον τομέα των μη διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών (δηλαδή αύξηση εισαγωγών), σε βάρος του τομέα των διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών όπως η βιομηχανία και η αγροτική παραγωγή. Μάλιστα αν αυτή η διαδικασία συνδυαστεί αργότερα με μια ραγδαία μείωση του αναπτυσσόμενου τομέα η εκδήλωση της κρίσηςεπιτείνεται .
Η περίπτωση της Βενεζουέλας είναι μια κλασική περίπτωση της παραπάνω περίπτωσης. Η άνοδος της τιμής του πετρελαίου και τα νέα κοιτάσματα που ανακαλύφθηκαν, οδήγησαν σε μια οικονομία που το90% των εξαγωγών και το 25% του ΑΕΠ προερχόταν από το πετρέλαιο. Συγχρόνως όμως συνέβη μιασημαντική υποχώρηση του βιομηχανικού και γεωργικού τομέα, καθότι τα εισαγόμενα αγαθά έγιναν σχετικά πιο φθηνά από τα εγχώρια. Καμία «σοσιαλμανία» και κρατικοποιήσεις δεν ήταν οι κύριες αιτίες για την εκδήλωση της κρίσης όπως υποστηρίζει η νεοφιλελεύθερη προπαγάνδα γιατί πλην της βιομηχανίας πετρελαίου και ορισμένων μεταλλευτικών εταιριών που κρατικοποιήθηκαν, η συντριπτική πλειονότητα του βιομηχανικού και αγροτικού τομέα παρέμεινε ιδιωτική.
Ο μηχανισμός της αγοράς είναι αυτός που καθορίζει την οικονομία εκτός από ορισμένες περιπτώσεις όπου αγαθά πρώτης ανάγκης μπήκαν στην διατίμηση για συγκεκριμένο διάστημα. Οι παρενέργειες της «Ολλανδικής ασθένειας» είχαν από καιρό εμφανισθεί στην οικονομία της λατινοαμερικάνικης χώρας, με την κατάρρευση όμως των τιμών του πετρελαίου μετασχηματίσθηκαν σε ανοικτή οικονομική κρίση, όπου ο συρρικνωμένος βιομηχανικός και αγροτικός τομέας δεν μπορούσαν να ικανοποιήσουν την ζήτηση αρκετών αγαθών.
Αν και φαίνεται παράδοξο, η υιοθέτηση του ευρώ από την Ελλάδα πυροδότησε έναν ανάλογο μηχανισμό παρά την ύπαρξη σημαντικών διαφορών μεταξύ των δυο οικονομιών. Η ένταξη της Ελλάδος στο ευρώ είχε σαν συνέπεια την παροχή φθηνού εξωτερικού δανεισμού στον ιδιωτικό τομέα (τράπεζες) αλλά και στο Δημόσιο. Η εισροή κεφαλαίων λειτούργησε όπως τα έσοδα από εξαγωγές πετρελαίου στην Βενεζουέλα. Τα κεφάλαια αύξησαν την ζήτηση στον μη εμπορεύσιμο τομέα της οικονομίας (π.χ. κατοικίες, εγχώριο εμπόριο και υπηρεσίες, κλπ) ενώ το «ακριβό» ευρώ περιόρισετον τομέα των εμπορεύσιμων αγαθών όπως η βιομηχανία, αγροτικός τομέας κλπ.
Είναι χαρακτηριστικό ότι το έλλειμμα στο ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών της χώρας που δεν ξεπερνούσε το7% του ΑΕΠ πριν τη υιοθέτηση του ευρώ, μετά το 2001 εκτοξεύθηκε σταδιακά στο επίπεδο του 15% τουΑΕΠ. Η αύξηση του ελλείμματος καλύφθηκε με νέα αύξηση του εξωτερικού δανεισμού. Όταν η διεθνής οικονομική κρίση έθεσε σε αμφισβήτηση την δυνατότητα χρηματοδότησης της Ελληνικής οικονομίας τότε η «Ολλανδική ασθένεια» μετατράπηκε σε ανοικτή κρίση. Αυτό δεν σημαίνει ότι η οικονομία της Βενεζουέλας και της Ελλάδος δεν έχουν διαφορές ούτε ότι δεν υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που επηρεάζουν τις οικονομικές εξελίξεις, αλλά ότι η κύρια αιτία της κρίσης είναι κοινή.
Είναι σύνηθες στην χώρα μας πριν από κάθε υπογραφή Μνημονιακών μέτρων όσοι συντάσσονται με την νεοφιλελεύθερη πολιτική να ενορχηστρώνουν την ιδεολογική τρομοκρατία και να μεταθέτουν την συζήτηση στην «δαιμονοποίηση» του αντιπάλου, δηλαδή της Αριστεράς. Η Βενεζουέλα φαίνεται να αποτελεί ένα βολικό παράδειγμα σε αυτή την κατεύθυνση. Από το περσινό επιχείρημα της πρώην εκπροσώπου τύπου της ΝΔ ότι «Το ΟΧΙ σημαίνει έλλειψη χαρτιού τουαλέτας όπως στην Βενεζουέλα» μέχρι σημερινούς αναλυτές που θεωρητικοποιούν «γιατί το Ευρώ μας προστατεύει για να μην γίνουμε Βενεζουέλα», η πραγματικότητα μπορεί να είναι τελείως διαφορετική. Ακόμα και με όρους νεοκλασικού μοντέλου μπορεί να υποστηριχθεί ότι το ευρώ ήταν η αιτία για να γίνουμε «Βενεζουέλα με ΔΝΤ».
*Ο Γ. Παυλόπουλος είναι οικονομολόγος στην Αlpha Βαnk & μέλος του Γεν. Συμβουλίου της ΟΤΟΕ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου