Πάσχος Λαζαρίδης
Η φράση «τι μπρόκολα τι λάχανα» χρησιμοποιήθηκε εύστοχα από τον Χ. Φλωράκη για να χαρακτηρίσει τις διαφορές ανάμεσα στο χουντικό καθεστώς Παπαδόπουλου και στο (επίσης χουντικό) καθεστώς Ιωαννίδη που ακολούθησε την εξέγερση του Πολυτεχνείου. Ο ηγέτης του ΚΚΕ εννοούσε ότι δεν υπάρχουν ιδιαίτερες διαφορές ανάμεσά τους. Η εύστοχη αυτή φράση ξανάρχεται στην επικαιρότητα
διαβάζοντας τα πονήματα της ελληνικής ιδίως Αριστεράς για την περίπτωση BREXIT. Κατά πλειοψηφία υποστηρίζεται ότι είτε η μία επιλογή είτε η άλλη, θα όφειλε να προκαλεί από αδιαφορία έως ουδετερότητα. Πρωτοστατεί σε αυτή την άποψη η ηγεσία του ΚΚΕ («Ούτε με το BREXIΤ, ούτε με το BREMAIN»), αλλά και πλήθος σχολιαστών του ευρύτερου χώρου της Αριστεράς και δη της αντικαπιταλιστικής. Η δε ευρωπαϊκή Αριστερά, αν δεν στηρίζει την παραμονή, στηρίζει την ουδετερότητα.
Ο λόγος τον οποίο επικαλούνται όλοι οι παραπάνω, είναι ότι είτε μένοντας, είτε φεύγοντας, οι συνθήκες για την εργατική τάξη δεν θα αλλάξουν, ενώ όλος ο καβγάς γίνεται για τα συμφέροντα του κεφαλαίου. Έτσι ο μαρξισμός της ελληνικής και της ευρωπαϊκής Αριστεράς περνά σε νέο επίπεδο, στο επίπεδο της αφασίας. Σύμφωνα με αυτό το νέο στάδιο του αφασιακού μαρξισμού, η Αριστερά οφείλει να αδιαφορεί (ή έστω να τηρεί ουδέτερη στάση) για οποιαδήποτε εξέλιξη δεν λύνει μεμιάς τα επαναστατικά καθήκοντα. Υποθέτουμε ότι μια τέτοια Αριστερά, στην επέλαση του Ναζισμού πριν 80 χρόνια θα κρατούσε αντίστοιχη στάση, καθώς ήταν φανερό ότι είτε με φασισμό, είτε με αστική δημοκρατία, ο καπιταλισμός θα παρέμενε. Πρόκειται ομολογουμένως για μια εντελώς ιδιότυπη ανάγνωση της πολιτικής, σύμφωνα με την οποία, το λαϊκό κίνημα και η Αριστερά δεν μπορεί να καταναλώνει την μπόλικη φαιά ουσία που διαθέτει προβληματιζόμενη γύρω από διλήμματα που εγκλωβίζουν τις μάζες.
Φυσιολογικό αποτέλεσμα της παραπάνω συλλογιστικής είναι να έχει μείνει απολύτως ορφανή πανευρωπαϊκά η πολιτική έκφραση του ευρω-σκεπτικισμού, ή για την ακρίβεια, να αναλαμβάνει την έκφρασή του η ακροδεξιά. Αυτή είναι και η αγαπημένη υπερ-αριστερή κριτική για το BREXIT: Μας πρόλαβε ρε παιδί μου ο Φάρατζ κι εμείς δεν προκάναμε να κάνουμε το lexit. Διαφεύγει ωστόσο το γεγονός ότι ο Φάρατζ πρόλαβε, διότι επί δεκαετίες και πριν μας προκύψει ο Φάρατζ, είχαμε μια Αριστερά που ορκίζονταν στα νάματα της κοινής ευρωπαϊκής ιδέας, διαβεβαίωνε για τις προοδευτικές αξίες του κοινού ευρωπαϊκού μας σπιτιού, υπερασπίζονταν το τερατούργημα της ΕΕ και γινόταν θλιβερό παρακολούθημα της σοσιαλδημοκρατίας. Αυτές οι «μικρές» λεπτομέρειες δημιούργησαν το κενό που κάλυψαν ο Φάρατζ, η Λεπέν και οι λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις.
Στη δε Μ. Βρεττανία, είδαμε τον Τζέρεμι Κόρμπιν να ακολουθεί κατά πόδας τον Κάμερον στην εκστρατεία υπέρ του Remain. Η πολυσυζητημένη και πολυαναμενόμενη αριστερή στροφή του Εργατικού Κόμματος, κράτησε μέχρι να τεθεί το δίλημμα της παραμονής ή όχι στην ευρωπαϊκή εκδοχή της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, δηλαδή στην ΕΕ. Δηλαδή η ελπίδα θα ερχόταν, η Ευρώπη θα άλλαζε, αλλά και εδώ δεν προκάναμε γιατί ήρθε το δημοψήφισμα.
Ο αριστερός σκεπτικισμός για το BREXIT ξεκινά από μια αδιαμφισβήτητη αλήθεια: Ότι την ηγεμονία σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο την έχει η δεξιά, και για την ακρίβεια μια νεοφιλελεύθερη, συντηρητική και κατά βάση εθνικιστική δεξιά. Από τον Μπόρις Τζόνσον, μέχρι τον Νάιτζελ Φάρατζ, η ηγετική πολιτική έκφραση του BREXIT είναι αποκρουστική. Από την άλλη όμως, ουδείς μπορεί να παραβλέπει ότι στην πλευρά του BREMAIN έχει στρατευθεί σύσσωμο το πολιτικό κατεστημένο, από τους Συντηρητικούς που κυβερνούν, τους Εργατικούς που αντιπολιτεύονται και τους Φιλελεύθερους που συμπολιτεύονται, μέχρι τις ισχυρότερες μερίδες του οικονομικού κατεστημένου.
Η κατάσταση περιπλέκεται αν λάβουμε υπόψη δύο ακόμη στοιχίσεις: Τα πιο λαϊκά στρώματα αντιλαμβάνονται την ανταγωνιστική σχέση τους με την άρχουσα τάξη και επιλέγουν το BREXIT πέφτοντας κατ’ ανάγκη -και ελλείψει άλλης παρέμβασης- στις ξενοφοβικές ευκολίες της αντι-ΕΕ δεξιάς. Ενώ τα αποσχιστικά και αριστερόστροφα κόμματα στην Ουαλία, τη Σκοτία και την Β. Ιρλανδία μάχονται υπέρ του BREMAIN, προσδοκώντας να πετύχουν την αυτονομία/ανεξαρτησία από το Ηνωμένο Βασίλειο αν επικρατήσει το BREXIT.
Τούτων δοθέντων ισχύει το «μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα»;
Κατηγορηματικά όχι για τρεις λόγους:
α. Την ηγεμονία σε μια πολιτική προοπτική δεν την κατακτάς με αποχώρηση από τη μάχη, αλλά με αποφασιστική εμπλοκή σε αυτή. Ακόμη κι αν έχουμε φτάσει στο «και πέντε» των συνεπειών ενός καταστροφικού αριστερού ευρωπαϊσμού, η αποστασιοποίηση δεν είναι λύση. Και είτε με τη μία, είτε με την άλλη κατάληξη του βρετανικού δημοψηφίσματος, η Αριστερά στη Βρετανία, στην Ευρώπη και στην Ελλάδα, θα έχει την ευκαιρία να πάρει το μάθημά της (αν θέλει δηλαδή να το πάρει): Είτε θα εκφράσει αποφασιστικά και αταλάντευτα τη λαϊκή αμφισβήτηση ενάντια στην ΕΕ, στις νεοφιλελεύθερες συνθήκες της και στο σκληρό της πυρήνα (ευρωζώνη), είτε θα εξαφανιστεί.
β. Ακόμη και αν η πολιτική ηγεμονία του BREXIT ανήκει στη συντηρητική και ξενοφοβική δεξιά, το ερώτημα είναι με ποια εξέλιξη οι εργαζόμενες τάξεις θα μπορούν να δώσουν τη μάχη από καλύτερες θέσεις και με καλύτερους όρους. Αν το BREXIT δεν εγγυάται καμιά φιλολαϊκή στροφή, το BREMAIN εγγυάται αντιλαϊκή συνέχεια του ευρωενωσιακού νεοφιλελευθερισμού. Στη μία περίπτωση η ανεξαρτησία μπορεί (δυνητικά, όχι σίγουρα, αλλά πάντως μπορεί) να χρησιμοποιηθεί θετικά, στην άλλη περίπτωση θα συμβεί αυτό που συνέβη με τον ΣΥΡΙΖΑ (νεοφιλελευθερισμός και μνημόνια μέχρι τελικής πτώσης διότι …«είμαστε εντός ΕΕ και ευρώ»). Πρέπει δηλαδή να αρνηθούμε αποφασιστικά τον ιδιότυπο μαρξισμό της αφασίας σύμφωνα με τον οποίο δεν μας ενδιαφέρει ποια εξέλιξη είναι αποτρεπτική και ποια εξέλιξη μπορεί να υπάρξει -υπό όρους- προωθητική.
γ. Το BREXIT ακόμη και υπό τους συγκεκριμένους πολιτικούς όρους, αντικειμενικά θα ανοίξει τους ασκούς του Αιόλου για το εγχείρημα της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Εδώ ισχύει απολύτως αυτό που υπογραμμίζουν αρκετοί αναλυτές: Οι συνέπειες ενός BREXIT θα είναι πολύ ισχυρότερες εκτός παρά εντός Μ. Βρετανίας. Θα ανοίξει ο δρόμος για δυνατότητες αποχωρήσεων και αποδεσμεύσεων, αυτή τη φορά διεκδικώντας αριστερό και λαϊκό πρόσημο, θα οξυνθούν οι αντιφάσεις του ήδη προβληματικού εγχειρήματος της ιμπεριαλιστικής ολοκλήρωσης, θα αμφισβητηθεί η απόλυτη γερμανική ηγεμονία. Έχει δηλαδή δίκιο ο Δ. Μπελαντής: «Η έξοδος της Βρετανίας, πρέπει να κατανοηθεί αντικειμενικά ως γεγονός διεθνούς σημασίας και όχι μόνο εθνικής. Θα αποδιαρθρώσει σημαντικά το ιμπεριαλιστικό κέντρο που μας πατάει στον λαιμό. Θα ανοίξει δρόμους για τους λαϊκούς αγώνες σε όλη την Ευρώπη καθώς και στην Βρετανία». Και κάτι τέτοιο ως Αριστερά μας ενδιαφέρει, μας συγκινεί, μας κινητοποιεί. Ή μήπως όχι;
*Πηγή: antapocrisis.gr
Η φράση «τι μπρόκολα τι λάχανα» χρησιμοποιήθηκε εύστοχα από τον Χ. Φλωράκη για να χαρακτηρίσει τις διαφορές ανάμεσα στο χουντικό καθεστώς Παπαδόπουλου και στο (επίσης χουντικό) καθεστώς Ιωαννίδη που ακολούθησε την εξέγερση του Πολυτεχνείου. Ο ηγέτης του ΚΚΕ εννοούσε ότι δεν υπάρχουν ιδιαίτερες διαφορές ανάμεσά τους. Η εύστοχη αυτή φράση ξανάρχεται στην επικαιρότητα
διαβάζοντας τα πονήματα της ελληνικής ιδίως Αριστεράς για την περίπτωση BREXIT. Κατά πλειοψηφία υποστηρίζεται ότι είτε η μία επιλογή είτε η άλλη, θα όφειλε να προκαλεί από αδιαφορία έως ουδετερότητα. Πρωτοστατεί σε αυτή την άποψη η ηγεσία του ΚΚΕ («Ούτε με το BREXIΤ, ούτε με το BREMAIN»), αλλά και πλήθος σχολιαστών του ευρύτερου χώρου της Αριστεράς και δη της αντικαπιταλιστικής. Η δε ευρωπαϊκή Αριστερά, αν δεν στηρίζει την παραμονή, στηρίζει την ουδετερότητα.
Ο λόγος τον οποίο επικαλούνται όλοι οι παραπάνω, είναι ότι είτε μένοντας, είτε φεύγοντας, οι συνθήκες για την εργατική τάξη δεν θα αλλάξουν, ενώ όλος ο καβγάς γίνεται για τα συμφέροντα του κεφαλαίου. Έτσι ο μαρξισμός της ελληνικής και της ευρωπαϊκής Αριστεράς περνά σε νέο επίπεδο, στο επίπεδο της αφασίας. Σύμφωνα με αυτό το νέο στάδιο του αφασιακού μαρξισμού, η Αριστερά οφείλει να αδιαφορεί (ή έστω να τηρεί ουδέτερη στάση) για οποιαδήποτε εξέλιξη δεν λύνει μεμιάς τα επαναστατικά καθήκοντα. Υποθέτουμε ότι μια τέτοια Αριστερά, στην επέλαση του Ναζισμού πριν 80 χρόνια θα κρατούσε αντίστοιχη στάση, καθώς ήταν φανερό ότι είτε με φασισμό, είτε με αστική δημοκρατία, ο καπιταλισμός θα παρέμενε. Πρόκειται ομολογουμένως για μια εντελώς ιδιότυπη ανάγνωση της πολιτικής, σύμφωνα με την οποία, το λαϊκό κίνημα και η Αριστερά δεν μπορεί να καταναλώνει την μπόλικη φαιά ουσία που διαθέτει προβληματιζόμενη γύρω από διλήμματα που εγκλωβίζουν τις μάζες.
Φυσιολογικό αποτέλεσμα της παραπάνω συλλογιστικής είναι να έχει μείνει απολύτως ορφανή πανευρωπαϊκά η πολιτική έκφραση του ευρω-σκεπτικισμού, ή για την ακρίβεια, να αναλαμβάνει την έκφρασή του η ακροδεξιά. Αυτή είναι και η αγαπημένη υπερ-αριστερή κριτική για το BREXIT: Μας πρόλαβε ρε παιδί μου ο Φάρατζ κι εμείς δεν προκάναμε να κάνουμε το lexit. Διαφεύγει ωστόσο το γεγονός ότι ο Φάρατζ πρόλαβε, διότι επί δεκαετίες και πριν μας προκύψει ο Φάρατζ, είχαμε μια Αριστερά που ορκίζονταν στα νάματα της κοινής ευρωπαϊκής ιδέας, διαβεβαίωνε για τις προοδευτικές αξίες του κοινού ευρωπαϊκού μας σπιτιού, υπερασπίζονταν το τερατούργημα της ΕΕ και γινόταν θλιβερό παρακολούθημα της σοσιαλδημοκρατίας. Αυτές οι «μικρές» λεπτομέρειες δημιούργησαν το κενό που κάλυψαν ο Φάρατζ, η Λεπέν και οι λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις.
Στη δε Μ. Βρεττανία, είδαμε τον Τζέρεμι Κόρμπιν να ακολουθεί κατά πόδας τον Κάμερον στην εκστρατεία υπέρ του Remain. Η πολυσυζητημένη και πολυαναμενόμενη αριστερή στροφή του Εργατικού Κόμματος, κράτησε μέχρι να τεθεί το δίλημμα της παραμονής ή όχι στην ευρωπαϊκή εκδοχή της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, δηλαδή στην ΕΕ. Δηλαδή η ελπίδα θα ερχόταν, η Ευρώπη θα άλλαζε, αλλά και εδώ δεν προκάναμε γιατί ήρθε το δημοψήφισμα.
Ο αριστερός σκεπτικισμός για το BREXIT ξεκινά από μια αδιαμφισβήτητη αλήθεια: Ότι την ηγεμονία σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο την έχει η δεξιά, και για την ακρίβεια μια νεοφιλελεύθερη, συντηρητική και κατά βάση εθνικιστική δεξιά. Από τον Μπόρις Τζόνσον, μέχρι τον Νάιτζελ Φάρατζ, η ηγετική πολιτική έκφραση του BREXIT είναι αποκρουστική. Από την άλλη όμως, ουδείς μπορεί να παραβλέπει ότι στην πλευρά του BREMAIN έχει στρατευθεί σύσσωμο το πολιτικό κατεστημένο, από τους Συντηρητικούς που κυβερνούν, τους Εργατικούς που αντιπολιτεύονται και τους Φιλελεύθερους που συμπολιτεύονται, μέχρι τις ισχυρότερες μερίδες του οικονομικού κατεστημένου.
Η κατάσταση περιπλέκεται αν λάβουμε υπόψη δύο ακόμη στοιχίσεις: Τα πιο λαϊκά στρώματα αντιλαμβάνονται την ανταγωνιστική σχέση τους με την άρχουσα τάξη και επιλέγουν το BREXIT πέφτοντας κατ’ ανάγκη -και ελλείψει άλλης παρέμβασης- στις ξενοφοβικές ευκολίες της αντι-ΕΕ δεξιάς. Ενώ τα αποσχιστικά και αριστερόστροφα κόμματα στην Ουαλία, τη Σκοτία και την Β. Ιρλανδία μάχονται υπέρ του BREMAIN, προσδοκώντας να πετύχουν την αυτονομία/ανεξαρτησία από το Ηνωμένο Βασίλειο αν επικρατήσει το BREXIT.
Τούτων δοθέντων ισχύει το «μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα»;
Κατηγορηματικά όχι για τρεις λόγους:
α. Την ηγεμονία σε μια πολιτική προοπτική δεν την κατακτάς με αποχώρηση από τη μάχη, αλλά με αποφασιστική εμπλοκή σε αυτή. Ακόμη κι αν έχουμε φτάσει στο «και πέντε» των συνεπειών ενός καταστροφικού αριστερού ευρωπαϊσμού, η αποστασιοποίηση δεν είναι λύση. Και είτε με τη μία, είτε με την άλλη κατάληξη του βρετανικού δημοψηφίσματος, η Αριστερά στη Βρετανία, στην Ευρώπη και στην Ελλάδα, θα έχει την ευκαιρία να πάρει το μάθημά της (αν θέλει δηλαδή να το πάρει): Είτε θα εκφράσει αποφασιστικά και αταλάντευτα τη λαϊκή αμφισβήτηση ενάντια στην ΕΕ, στις νεοφιλελεύθερες συνθήκες της και στο σκληρό της πυρήνα (ευρωζώνη), είτε θα εξαφανιστεί.
β. Ακόμη και αν η πολιτική ηγεμονία του BREXIT ανήκει στη συντηρητική και ξενοφοβική δεξιά, το ερώτημα είναι με ποια εξέλιξη οι εργαζόμενες τάξεις θα μπορούν να δώσουν τη μάχη από καλύτερες θέσεις και με καλύτερους όρους. Αν το BREXIT δεν εγγυάται καμιά φιλολαϊκή στροφή, το BREMAIN εγγυάται αντιλαϊκή συνέχεια του ευρωενωσιακού νεοφιλελευθερισμού. Στη μία περίπτωση η ανεξαρτησία μπορεί (δυνητικά, όχι σίγουρα, αλλά πάντως μπορεί) να χρησιμοποιηθεί θετικά, στην άλλη περίπτωση θα συμβεί αυτό που συνέβη με τον ΣΥΡΙΖΑ (νεοφιλελευθερισμός και μνημόνια μέχρι τελικής πτώσης διότι …«είμαστε εντός ΕΕ και ευρώ»). Πρέπει δηλαδή να αρνηθούμε αποφασιστικά τον ιδιότυπο μαρξισμό της αφασίας σύμφωνα με τον οποίο δεν μας ενδιαφέρει ποια εξέλιξη είναι αποτρεπτική και ποια εξέλιξη μπορεί να υπάρξει -υπό όρους- προωθητική.
γ. Το BREXIT ακόμη και υπό τους συγκεκριμένους πολιτικούς όρους, αντικειμενικά θα ανοίξει τους ασκούς του Αιόλου για το εγχείρημα της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Εδώ ισχύει απολύτως αυτό που υπογραμμίζουν αρκετοί αναλυτές: Οι συνέπειες ενός BREXIT θα είναι πολύ ισχυρότερες εκτός παρά εντός Μ. Βρετανίας. Θα ανοίξει ο δρόμος για δυνατότητες αποχωρήσεων και αποδεσμεύσεων, αυτή τη φορά διεκδικώντας αριστερό και λαϊκό πρόσημο, θα οξυνθούν οι αντιφάσεις του ήδη προβληματικού εγχειρήματος της ιμπεριαλιστικής ολοκλήρωσης, θα αμφισβητηθεί η απόλυτη γερμανική ηγεμονία. Έχει δηλαδή δίκιο ο Δ. Μπελαντής: «Η έξοδος της Βρετανίας, πρέπει να κατανοηθεί αντικειμενικά ως γεγονός διεθνούς σημασίας και όχι μόνο εθνικής. Θα αποδιαρθρώσει σημαντικά το ιμπεριαλιστικό κέντρο που μας πατάει στον λαιμό. Θα ανοίξει δρόμους για τους λαϊκούς αγώνες σε όλη την Ευρώπη καθώς και στην Βρετανία». Και κάτι τέτοιο ως Αριστερά μας ενδιαφέρει, μας συγκινεί, μας κινητοποιεί. Ή μήπως όχι;
*Πηγή: antapocrisis.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου