11 Φεβ 2013

«Τι πρόκειται να συμβεί στο προσεχές μέλλον εάν μείνουμε στο ευρώ»





  • Του Σπύρου Λαβδιώτη


    Κατ’ αρχάς, θα πρέπει να λάβουμε υπ’ όψιν την θεμελιώδη αρχή ότι η οικονομία και η πολιτική της κυβέρνησης ενός κράτους είναι άρρηκτα συνδεδεμένες. Οι σύγχρονες κοινωνίες είναι ουσιωδώς οικονομικές κοινωνίες και οι σπουδαίες πολιτικές φιλοσοφίες οι οποίες έχουν κυριαρχήσει παγκοσμίως, είναι κατεξοχήν αντιπαρατιθέμενα οικονομικά συστήματα. 


    Το οικονομικό σύστημα που έχει υιοθετηθεί από τις ελληνικές κυβερνήσεις τα τελευταία είκοσι χρόνια βασίζεται στις αρχές του μονεταρισμού που αποτελεί τον ακαδημαϊκό μανδύα του δόγματος του νεοφιλελευθερισμού. Αυτό συνιστά ένα οικονομικό δόγμα του οποίου οι ρίζες εκτείνονται στην ιδεολογία της laissez faire οικονομίας του 18ου αιώνα στην δυτική Ευρώπη. Η παλινόρθωση του δόγματος που οδηγεί στον αχαλίνωτο καπιταλισμό, επετεύχθη στην χώρα μας την δεκαετία του 1990. Με το εγχείρημα της «άωρου» ένταξης της Ελλάδος στην Ευρωζώνη στις αρχές του 2000, απεμπολήσαμε το κυριαρχικό δικαίωμα της έκδοσης του εθνικού μας νομί- σματος αποδεχόμενοι το υπερεθνικό νόμισμα, το Ευρώ, που έχει αμετάκλητη ισοτιμία. Έτσι καταλήξαμε στη σημερινή τραγωδία της φτωχοποίησης της Ελλάδος, διότι οι πολιτικοί μας αγνόησαν βασικούς νόμους λειτουργίας της οικονομίας και με την δημοσιονομική κακοδια- χείριση και κοινωνικοποίηση μέσω του προϋπολογισμού του κράτους των τεραστίων ζημιών των ‘ελληνικών’ τραπεζών οδήγησαν την πλειονότητα των πολιτών στην οικονομική εξαθλίωση. 


    Έχουν ήδη περάσει πέντε χρόνια ύφεσης τα οποία προκάλεσαν συρρίκνωση του ΑΕΠ κατά 25%, τουτέστιν 50 δις € συνολικής αγοραστικής δύναμης έχουν εξανεμισθεί. Η υπαγωγή της Ελλάδος στους επαχθείς όρους των Μνημονίων, των δανειακών συμβάσεων της εθνικής υποτέλειας, επέφερε ολέθρια αποτελέσματα κατ’ ομολογία μάλιστα των ίδιων δανειστών, με το mia culpa του ΔΝΤ. Oι πολιτικοί μας ηγέτες αποδείχτηκε από την κατάρρευση της οικονομίας εν μέσω καλπάζουσας ανεργίας, ότι αναληθώς διαβεβαίωναν τον πολύπαθο ελληνικό λαό ότι η Α’ δανειακή σύμβαση των 110 δις ευρώ και το περιβόητο PSI με την Β’ δανειακή σύμβαση των 130 δις ευρώ, είναι αναγκαίες για την «σωτηρία της χώρας». Ο λόγος είναι, ισχυρίστηκαν, ότι πρέπει να παραμείνει η Ελλάδα στη ζώνη του ευρώ. Και το ερώτημα, έστω και χρεωκοπημένη! 
    Οι ανάλγητοι πολιτικοί της χώρας μας, δυστυχώς, αγνόησαν τον θεμελιώδη οικονομικό κανόνα « ότι υπάρχει ένα ιδιόμορφο πλεονέκτημα στο κράτος που έχει θετικό διεθνές εμπορικό ισοζύγιο και, αντιθέτως, το διατρέχει ένας σοβαρός οικονομικός κίνδυνος όταν έχει αρνητικό ισοζύγιο, ιδίως όταν συνοδεύεται από καθαρή εισροή νομίσματος». Υπάρχει ένα στοιχείο επι- στημονικής αλήθειας σ’ αυτό το αξίωμα του μερκαντιλισμού συμπλήρωσε ο J.M.Keynes. Και προειδοποίησε, κάνοντας μια από τις πιο σημαντικές επισημάνσεις στον τομέα της πρακτικής οικονομίας, ότι « θα πρέπει να γίνει κατανοητό, τα πλεονεκτήματα είναι ομολογουμένως εθνικά και είναι απίθανο να ωφελήσουν τον κόσμο εξ ολοκλήρου». Κι αυτό, διότι «το παιχνίδι του διεθνούς εμπορίου είναι μηδενικού αθροίσματος» (zero sum game), με αποτέλεσμα το επίτευ- γμα του θετικού ισοζυγίου ενός κράτους να επιτυγχάνεται εις βάρος κάποιου άλλου. Την επα-λήθευση του αξιώματος αποδεικνύουν τα στατιστικά στοιχεία του διεθνούς εμπορικού ισοζυγίου της χώρας μας το οποίο την περίοδο της δεκαετίας ( 2000-10) είναι αρνητικό κατά 321 δις €, με το αντίστοιχο πλεόνασμα να καταλήγει σε άλλες εξαγωγικές χώρες, κυρίως της Γερμανίας.
  •  Αποτελεί πρωταρχικό στοιχείο για τη διατήρηση της κοινωνικής ευημερίας της πολιτείας οι κυβερνητικές αρχές να δώσουν μεγάλη προσοχή στην κατάσταση του διεθνούς εμπορικού ισοζυγίου, ιδίως με την εφαρμογή μέτρων που προωθούν την ενθάρρυνση των εξαγωγών και την αποθάρρυνση των εισαγομένων προϊόντων και υπηρεσιών. Ο λόγος είναι ότι ένα θετικό διεθνές εμπορικό ισοζύγιο θα αποβεί «άκρως τονωτικό» για την οικονομία, ενώ ένα αρνητικό ισοζύγιο ίσως γρήγορα να δημιουργήσει «μια κατάσταση διαρκούς οικονομικής ύφεσης» είχε δηλώσει με έμφαση ο μεγαλύτερος οικονομολόγος του 20ου αιώνα, J.M.Keynes. Ωστόσο, η πολιτική ηγεσία ενώ γνώριζε επί δεκαετίες ότι την Αχίλλειο Πτέρνα της ελληνικής οικονομίας την αποτελεί το διεθνές εμπορικό ισοζύγιο της χώρας, σιώπησε και προσπάθησε έντεχνα να το αποκρύψει, διότι ήταν ενήμερη ότι το εμπορικό ισοζύγιο αποτελούσε το επίκεντρο μιας ιδεολο- γικής διαμάχης και πεδίο έντονης πολιτικής αντιπαράθεσης και αποφάσισε τεχνηέντως να την αποφύγει. Έτσι, προσέφυγε χωρίς σωφροσύνη στον συνεχή δανεισμό για να καλύψει τα χρόνια ελλείμματα του ισοζυγίου, μια ολέθρια πολιτική για την «ανοικτή» οικονομία της χώρας. 

    Η πολιτική ηγεσία όμως δεν σταμάτησε στην απόκρυψη της δεινής καθαρής διεθνούς επενδυτικής θέσης της χώρας, αλλά συνέχισε και, αποδέχθηκε τους όρους της Συνθήκης του Μάαστριχτ (1992) χωρίς να πληροί τα δημοσιονομικά κριτήρια της ένταξης στην Ευρωζώνη, (i) του 3% δημοσιονομικού ελλείμματος ως προς το ΑΕΠ και (ii) του συσσωρευμένου δημόσιου χρέους να μην υπερβαίνει το 60% σε σχέση με το ΑΕΠ της υποψήφιας χώρας. Κι έτσι επήλθε ο «εκτροχιασμός» όχι του ‘εκσυγχρονιστή’ τέως πρωθυπουργού Σημίτη, αλλά του αναπόφευκτου εκτροχιασμού του διεθνούς εμπορικού ισοζυγίου της χώρας, καθώς το εμπορικό έλλειμμα διπλασιάστηκε από το επίπεδο των 22 δις € το 2000 στα 44 δις € το 2008, την κομβική χρονιά της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης. Όμως, για να αντιληφτούμε ότι η πολιτική ηγεσία διέπραξε ένα τραγικό λάθος είς βάρος της ευημερίας του ελληνικού λαού με την ένταξη και την εμμονή της παραμονής της χώρας στη ζώνη του ευρώ - που σημαίνει μια μακροχρόνια ύφεση όχι μόνο στο προσεχές αλλά και στο απώτερο μέλλον - πρέπει να γυρίσουμε το ρολόι πίσω στην εποχή της εφαρμογής των «Beggar my Neighbour» πολιτικών στo διεθνές εμπόριο. Στην οικονομία η φράση«Beggar my Neighbour» ( Ζητιάνος του Γείτονά μου) σημαίνει το οικονομικό πλεονέκτημα που επιτυγχάνεται από ένα πρόσωπο ή ένα κράτος εις βάρος του άλλου προσώπου ή κράτους. Συγκεκριμένα, για μια οποιαδήποτε χώρα η αύξηση των εξαγωγών σε σχέση με τις εισαγωγές οδηγεί σε περισσότερες θέσεις εργασίας. Επιπροσθέτως, η αρχική αύξηση εργασίας δημιουργεί μια δευτερογενή αύξηση της οικονομικής δραστηριότητας από τα χρήματα που οι νέοι εργαζόμενοι δαπανούν. Επειδή, όμως το παιχνίδι του διεθνούς εμπορίου είναι «μηδενικού αθροίσματος», η αύξηση των εξαγωγών μιας χώρας οδηγεί στην μείωση των εξαγωγών των άλλων χωρών οι οποίες θα ασκήσουν αντίποινα καθώς οι φλόγες του εθνικισμού θα δυναμώσουν. Ένας από τους λόγους που συνέβαλε στην σφοδρότητα της Μεγάλης Κρίσης την δεκαετία του 1930, ήταν η προσφυγή των κρατών σε πολιτικές «ζητιάνος του γείτονά μου» παρά σε κοινή συνεργασία για την αντιμετώπιση του κοινού εχθρού της μαζικής ανεργίας και του αποπληθωρισμού. Δηλαδή, η κάθε μια χώρα «ατομιστικά» προσπάθησε να θεραπεύσει τα οικονομικά της προβλήματα που προήλθαν από την κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος με ανταγωνιστικές υποτιμήσεις των εθνικών τους νομισμάτων και την επιβολή προστατευτικών δασμών τα οποία τείνουν να επιδεινώσουν την κατάσταση και όχι να την βελτιώσουν.
  • Spiros Lavdiotis Symmoria Draxmis Η προέλευση της φράσης «ζητιάνος του γείτονά μου» έχει τις ρίζες της στο παιδικό παιχνίδι τραπουλόχαρτων στο οποίο οι συμμετέχοντες αποβλέπουν στη κατάκτηση όλων των καρτών του αντιπάλου. Ο παίκτης που επιτυγχάνει να αποκτήσει όλες τις κάρτες ανακηρύσ- σεται νικητής. Είναι ένα παιχνίδι καρτών όπου ο νικητής αναδεικνύεται από καθαρή τύχη που απορρέει από την αρχική κατανομή των χαρτιών με αποτέλεσμα παρόμοιας φύσης μ’ αυτή του πολέμου. Στη σύγχρονη εποχή της αναβίωσης του φιλελευθερισμού, των αρχών της laissez faire οικονομίας, η Γερμανία, το κυρίαρχο κράτος της ευρωζώνης, έχοντας εξ αρχής το συγκριτικό πλεονέκτημα των καθαρών θετικών εξαγωγών στο διεθνές της ισοζύγιο πληρωμών συμμετείχε ενθουσιωδώς στο παιχνίδι και μάζεψε τη «τράπουλα», σκουπίζοντας το τραπέζι. 

    Στις αρχές της νέας χιλιετηρίδας η πλειοψηφία του ελληνικού λαού ενέκρινε την ένταξη της χώρας στη ζώνη του ευρώ, χωρίς να έχει αντιληφτεί ότι η απεμπόληση της έκδοσης του εθνικού νομίσματος, της δραχμής, και η αποδοχή του ενιαίου ευρωπαϊκού νομίσματος με την παγίδα της αμετάκλητης ισοτιμίας συν τω χρόνω θα την μετέτρεπε σε «ζητιάνο του γείτονά μου», με χρονοδιάγραμμα δανείων του δημοσίου χρέους έως το 2057! Αγνόησαν οι πολιτικοί, αλλά και οι πολίτες το γεγονός ότι επρόκειτο για μία ιστορική απόφαση που θα άλλαζε άρδην τη φυσιογνωμία της Ελλάδος. Υποτίμησαν αμφότεροι την παρασιτική οικονομία της χώρας μας με τα σοβαρά μειονεκτήματα της δημοσιονομικής πειθαρχίας και ανταγωνιστικότητας και μαζί, τα χρόνια δίδυμα ελλείμματα του δημοσίου χρέους και του διεθνούς ισοζυγίου πληρωμών. Όντως, αποτελεί ένα αίνιγμα και προκαλεί εύλογη απορία, πως ξαφνικά ο πολίτης συνειδητοποίησε ότι το νέο νόμισμα, το Ευρώ, θα αποβεί η πανάκεια των οικονομικών προβλημάτων για τη χώρα του και θα επιφέρει τεράστια αλλαγή στη ζωή του! Ασφαλώς, προς το καλύτερο και το μοντέρνο διαισθάνθηκε, χωρίς όμως να γνωρίζει σχεδόν τίποτε γύρω από την Συνθήκη του Μάαστριχτ!
    Το αίσθημα της ευρωπαϊκής προοπτικής υπερνίκησε την οικονομική λογική και δεν είχαν οι έλληνες πολιτικοί ορθάνοικτα τα μάτια για να δουν ότι η κεντρική ιδέα της Συνθήκης του Μάαστριχτ, είναι ότι ΕΕ χώρες θα προχωρήσουν με στόχο την οικονομική και νομισματική ένωση(ΟΝΕ) με ένα ενιαίο νόμισμα το οποίο θα εκδίδεται μονοπωλιακά και η διαχείριση του θα γίνεται από μια ανεξάρτητη κεντρική τράπεζα, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ). Όμως, η Συνθήκη δεν καθόρισε πως το υπόλοιπο της οικονομικής πολιτικής θα λειτουργούσε, ούτε και πρότεινε τη δημιουργία νέων θεσμικών οργάνων, πλην της ΕΚΤ. Οι ανάδοχοι της θα πρέπει να είχαν υποθέσει ότι τίποτε περισσότερο δεν χρειάζεται. Ωστόσο, αυτό μόνο μπορεί να είναι σωστό εάν οι σύγχρονες οικονομίες συνιστούν συστήματα που αυτό-προσαρμόζονται και αυτό- διορθώνουν, όπως η σχολή του Σικάγου υποθέτει και ο ιεροκήρυκας του μονεταρισμού Milton Friedman πρεσβεύει. Δηλαδή με τα «αυτόματα» του Δαίδαλου και τους τρίποδες του Ήφαιστου που εκτελούσαν αυτόματα τις εργασίες τους στο εργαστήριο του θεού, κατόπιν διαταγής. 
    Οικονομίες οι οποίες είναι οργανισμοί που αυτό-διορθώνουν, ποτέ και υπό οποιοδήποτε συνθήκες απαιτούν διαχείριση και η Συνθήκη του Μάαστριχτ πράγματι σχεδιάστηκε με θεμέλιο αυτή την αρχή του κλασσικού φιλελευθερισμού. Αρχή, που διακηρύττει ότι οι κυβερνήσεις είναι ανίκανες, και γι αυτό δεν πρέπει να προσπαθήσουν- παρά μόνο οι ιδιώτες- για την επίτευξη των παραδοσιακών στόχων της οικονομικής πολιτικής: της ανάπτυξης και πλήρους απασχόλησης. Σύμφωνα με το δόγμα, αυτό που μπορεί να γίνει ‘ειλικρινώς’ για την οικονομία στο σύνολο της, είναι ο έλεγχος της προσφοράς του χρήματος και η ισοσκέλιση του κρατικού προϋπολογισμού. Έτσι, καταλήξαμε στην «αόρατη διακυβέρνηση των αγορών» και στη σημερινή δυστυχία του ελληνικού λαού με τις στρατιές των ανέργων και την κυβέρνηση αγωνιωδώς να περιμένει το « αόρατο χέρι» του Adam Smith να εμφανιστεί για να επαναφέρει το σύστημα σε ισορροπία. 
    Το (Β) Ερώτημα με εκπλήσσει! Αφορά έναν αθεμελίωτο «ευσεβή πόθο». Σ Λ 8-2-2013
  • Vassilis Serafimakis Η συμμετοχή σε μία συζήτηση δεν σημαίνει ντε και καλά, τουλάχιστον όχι για μένα, το να πάρεις τον λόγο και να μιλήσεις μόνο και μόνο επειδή συμμετέχεις. Προσωπικά, μετά την ανωτέρω εξαιρετική (κατά την ταπεινή μου άποψη) απάντηση τού κ Λαβδιώτη θεωρώ άσκοπο το να πώ τα ίδια ή περίπου τα ίδια με άλλα λόγια. 

    Θεωρώ σκόπιμη μόνο την ανάρτηση μερικών επεκτάσεων/υποσημειώσεων των εκτεθέντων ανωτέρω: Όταν ο κ Λαβδιώτης αναφέρεται απαξιωτικά στην μονεταριστική σκέψη, αυτή η απαξίωση έχει επιστημονική θεμελίωση. 
    ΔΕΝ ΥΠΆΡΧΟΥΝ ΤΕΛΕΙΕΣ ΑΓΟΡΕΣ, δηλ αγορές όπου διαμορφώνονται οι "σωστές τιμές" - διότι κάτι τέτοιο προϋποθέτει ομοιόμορφη και πλήρη πληροφόρηση καθώς και επαρκή και κατ'ελάχιστον όμοια ικανότητα ανάλυσης των πληροφοριών από τους μετέχοντες. Κάτι τέτοιο όμως απλά δεν υφίσταται.

    Επίσης προϋποθέτει την ύπαρξη αυτού που οι οικονομολόγοι ονομάζουν "Λογικό Ανθρώπινο Ενεργό Όν". (Δεν γνωρίζω κάποια ακριβή μεταφορά στα ελληνικά τού όρου Rational Agent.) Οι οικονομολόγπι προϋποθέτουν μία σειρά από ανύπαρκτες στην πραγματικότητα καταστάσεις, και βάσει αυτών φυσικά οι θεωρίες τους "αποδεικνύονται" σωστές: προϋποθέτουν ότι οι άνθρωποι ενεργούν πάντα λογικά, με πάντα το ίδιο κριτήριο προώθησης του ατομικού συμφέροντός τους (κάτι που άμα το κάνουν όλοι, υποτίθεται, προωθείται το συλλογικό συμφέρον), με συατερότητα και ουδετερότητα, κτλ. 

    Οι σύγχρονες όμως αναλύσεις απέδειξαν πέραν πάσης αμφιβολίας ότι κάτι τέτοιο απλά δεν υφίσταται. (Γι'αυτή την απόδειξη ακριβώς το 'Νόμπελ' Οικονομικών τού 2002 απονεμήθηκε σε έννα ..ψυχολόγο!)

    Η μονεταριστική σκέψη εξοβελίζει από την οικονομική πολιτική το Κράτος (δηλ. την συντεταγμένη έκφραση της συλλογκκής μας βούλησης, όπως τουλάχιστον πρέπει να είναι) και στην θέση των όποιων εξουσιών έχει το Κράτος, εκτός από τις ελάχιστες (ρύθμιση κυκλοφορίας, εξωτ.πολιτική, κτλ), βάζει αυτόν τον Λογικό Άνθρωπο. 

    Το Κράτος εκδιώκεται λοιπόν από το πεδίο οικονομικής παρέμβασης επειδή προφανώς δεν αποτελείται από τέτοιους λογικούς ανθρώπους (!) ή/και επειδή η ίδια η δομή τού κράτους προωθεί την μετριότητα στις αποφάσεις. Οι αγορές, με την ίδια μονεταριστική/νεοφιλελεύθερη λογική, "αυτο-ρυθμίζονται" και "αυτο-διορθώνονται" --αλλά αυτό, σαν γενική αρχή, ακόμη και ένας ακραιφνής νεοφιλελεύθερος όπως ο Άλαν Γκρήνσπαν, πρώην διοικητής τού Fed, παραδέχθηκε ότι είναι λάθος.

    Οι αγορές ΧΡΕΙΑΖΟΝΤΑΙ ! 
    Η σύγχρονη κεϋνσιανή ανάλυση δεν τις απαξιώνει. Αυτό που δεν χρειαζόμαστε είναι η θεοποίησή τους. Αντιθέτως, αυτά που χρειαζόμαστε είναι περισσότερη ταπεινότητα στους ισχυρισμούς μας, να μην πιστεύομε ότι μαθηματικά μοντέλα (της όποιας πολυπλοκότητας) μπορούν με ασφάλεια να περιγράψουν ή ακόμη χειρότερα να προβλέψουν την ανθρώπινη συμπεριφορά, και να θέτομε καθαρά κοινωνικά προτάγματα: 

    Προέχει η γενικώτερη κοινωνική ευημερία και όχι οι αφηρημένοι αριθμοί των νεοφιλελεύθερων ιδεολογημάτων.

Δεν υπάρχουν σχόλια: